Άβατον: Ιερός τόπος, στον οποίο δεν μπορεί κανείς να εισέλθει. Α. Μοναστήρι είναι η Μονή στην οποία απαγορεύεται η είσοδος γυναικών και αντιθέτως, για γυναικείες Μονές, στις οποίες απαγορεύεται η είσοδος ανδρών. Α. Αγίου Όρους. Α. σε άνδρες και γυναίκες είναι και το Άγιo Βήμα των Ιερών Ναών στο οποίο πρέπει να εισέρχονται ΜΟΝΟ όσοι έχουν ειδική άδεια για να υπηρετήσουν το Λειτουργό Ιερέα.
Αββάς: Τίτλος, που αρχικά χρησιμοποιήθηκε στην Αίγυπτο και στη Συρία, γι’ αυτούς που εκτελούσαν χρέη πνευματικού οδηγού, όταν ο αναχωρητισμός άρχισε να μεταμορφώνεται σε κοινόβια. Αναγνωριζόταν η αγιότητα και η πείρα τους, είτε με εκλογή, είτε με φυσική αναγνώριση της αρετής τους, λόγω της μακροχρόνιας και ευλογημένης ασκήσεώς τους. Αργότερα ο όρος αντικαταστάθηκε στην πρώτη περίπτωση (εκλογή) από τη λέξη ‘ηγούμενος’. Ανάλογος της λέξεως Αββάς υπήρξε αργότερα στη Ρωσία ο όρος ‘Στάρετς’.
Αίνοι: Καλούνται οι ψαλμοί ρμη' (148), ρμθ' (149) καί ρν' (150), όχι μόνο επειδή προτάσσεται στούς περισσότερους στίχους αυτών η λέξη ‘αινείτε’, αλλά και διότι οι τρεις αυτοί ψαλμοί είναι κατά το περιεχόμενο ένας αίνος και ένας ευχαριστήριος ύμνος στον Θεό. Στις Ιερές Μονές ψάλλονται, μόνοι ή μετά τροπαρίων, πανηγυρικά, στο τέλος του Όρθρου. Τα τροπάρια αυτά σαν εφύμνιο των στίχων των αίνων καλούνται στιχηρά των αίνων ή, κατά συνεκδοχή, ‘αίνοι’. Στους Ιερούς Ναούς των πόλεων, συνήθως, αυτοί οι ‘αίνοι’ μόνο ψάλλονται. Όταν τελεiται Όρθρος καθημερινής καί δέν ύπάρχουν τροπάρια αiνων, αναγινώσκονται ή ψάλλονται οι αίνοι (οι τρεις ψαλμοί).