Ένας από τους Πατέρες, ό Εύάγριος, είπε ότι οι μοναχοί δεν πρέπει να οργίζονται η να στενοχωρούν κανέναν. Και πάλι είπε: Αν κάποιος χαλιναγωγήσει το θυμό, χαλιναγωγεί τους δαίμονες. "Αν όμως έχει νικηθεί άπ' αυτό το πάθος, είναι τελείως ξένος από τη μοναχική ζωή και άλλα σχετικά. Τί λοιπόν πρέπει να πούμε εμείς για τον εαυτό μας, που 6έν σταματόμε μόνο στο θυμό και στην οργή, άλλα πολλές φορές φτάνουμε και μέχρι τη μνησικακία; Τί άλλο, παρά το να πενθήσουμε γι' αυτή την ελεεινή και απάνθρωπη κατάσταση μας; "Ας κρατηθούμε λοιπόν άγρυπνα τα μάτια της ψυχής και του σώματος, αδελφοί μου, και ας βοηθήσουμε «μετά Θεόν» τους εαυτούς μας, για να γλυτώσουμε από την πίκρα αυτού του καταστρεπτικού πάθους. Γιατί συμβαίνει πολλές φορές να βάζει κανείς μετάνοια στον αδελφό του — όταν φυσικά ψυχρανθούν η στενοχωρηθούν μεταξύ τους — και να παραμένει και μετά τη μετάνοια λυπημένος και έχοντας λογισμούς εναντίον του. Δεν πρέπει αυτός που πολεμιέται από τους λογισμούς ν' αδιαφορήσει για το θέμα, άλλα αμέσως να τους σταματήσει. Γιατί αυτό είναι μνησικακία.
Και είναι ανάγκη να προσέξει με άγρυπνη φροντίδα, να μετανοήσει, ν’ αγωνιστεί, όπως είπα, για να μην μείνει πολύ καιρό μ' αυτούς τους λογισμούς και κινδυνεύσει. Γιατί με το να βάλει μετάνοια, απλώς συμμορφώνεται σε μια πρακτική εντολή και προσωρινά αντιμετωπίζει το θέμα της οργής, άλλα δεν κάνει κανέναν αγώνα εναντίον της μνησικακίας. Γι' αυτό και παραμένει Έχοντας τη λύπη εναντίον του αδελφού του. Γιατί είναι άλλο πράγμα η μνησικακία, άλλο η οργή, άλλο ό θυμός και άλλο η ταραχή.
Και σας λέω ένα παράδειγμα, για να καταλάβετε. Αυτός που ανάβει φωτιά, στην αρχή έχει λίγη θράκα. Θράκα είναι ό πικρός λόγος του αδελφού που τον λύπησε. Δες, η θράκα έχει λίγη δύναμη. Γιατί, τί είναι μια λέξούλα του αδελφού σου; "Αν την υποφέρεις έσβησες τη θράκα. "Αν όμως αρχίσεις να σκέπτεσαι: «Γιατί μου το ' πε; Και εγώ μπορώ να του απαντήσω. "Αν δεν ήθελε να με στενοχωρήσει, δεν θα μου το 'λεγε. Και, πιστέψτε με, θα τον κανονίσω εγώ»! Να, έτσι βάζεις μικρά ξυλαράκια η κάποιο άλλο προσάναμμα, όπως ακριβώς κάνει αυτός που θέλει ν' ανάψει φωτιά, και γεμίζεις τον τόπο με καπνό, που είναι η ταραχή. Ταραχή είναι ό αναβρασμός εμπαθών και άτακτων σκέψεων, που ξεσηκώνουν την καρδιά και την κάνουν επιθετική κατά του πλησίον. Αυτή δε η επιθετική διάθεση κατά του άνθρωπου που μας στενοχώρησε, πολλές φορές παίρνει και χαραχτήρα απειλητικό, γιατί γίνεται και εκδικητική, όπως ακριβώς είπε και ό άββάς Μάρκος: Η κακία που γίνεται δέκτη με το λογισμό, κάνει την καρδιά θυμώδη και απειλητική," ενώ όταν πολεμηθεί με την προσευχή και την ελπίδα προκαλεί μετάνοια και συντριβη.
Γιατί αν υπέφερες τον ασήμαντο λόγο του αδελφού σου, θα έσβηνες, όπως είπα, και αυτή τη λίγη θράκα, πριν ξεσηκωθεί η ταραχή. "Όμως και αυτή, αν θέλεις, μπορείς εύκολα να τη σβησεις, όσο είναι καιρός, με τη σιωπή, με την προσευχή, με μια μετάνοια ολόκαρδη. "Αν όμως παραμείνεις βγάζοντας καπνό, μ' αυτό τον τρόπο αποθρασύνεις και ξεσηκώνεις την καρδιά σου στριφογυρίζοντας στο νου σου: «Γιατί μου το ' πε; Μπορώ να του απαντήσω και εγώ». Απ' όλο αυτό το βράσιμο και τη διαμάχη των λογισμών, με τους όποίους η καρδιά ανάβει και ξεσηκώνεται με εμπάθεια, ανάβει το πάθος του θυμού. Γιατί θυμός είναι το ξάναμμα του αίματος, που βρίσκεται γύρω απ' την καρδιά, όπως λέει ό Μ. Βασίλειος. Να, έτσι ανάβει ό θυμός, έτσι βρισκόμαστε όταν κατάσταση που την λέμε όξυχολία. "Αν λοιπόν θέλεις μπορείς να τον σβήσεις και αυτόν, πριν φέρει την οργή. "Αν όμως συνεχίσεις να ταράζεις και να ταράζεσαι, μοιάζεις σαν κι αυτόν που ρίχνει ξύλα στη φωτιά και μεγαλώνει τη φλόγα. Και 'έτσι γίνονται τα αναμμένα κάρβουνα, που είναι η οργή.
Και αυτό είναι εκείνο που είπε ό άββάς Ζωσιμάς, όταν τον ρώτησαν τί σημαίνει η φράση: «Όπου δεν υπάρχει θυμός, σταματάει η διαμάχη». Γιατί, αν όταν αρχή της ταραχής, μόλις αρχίσει, όπως είπαμε, ναβγάζει καπνό καιναπετάει μερικές σπίθες, προλάβει κανείς καικατηγορήσει τονεαυτόν τουκαι βάλει μετάνοια, πρινακόμα ξεσηκωθεί ηταραχή καιγίνει θυμός, τότε μένει ειρηνικός. Πάλι αφού ανάψει όθυμός, ανδενησυχάσει, άλλα αφήσει στηνψυχή τουτηνταραχή καιτηνέκδικητικότητα, μοιάζει, όπως είπαμε, μ' αυτόν πουρίχνει ξύλα στηφωτιά καιπαραμένει ξαναμμένος μέχρι ναφτιάξει μεγάλα κάρβουνα. Όπως ακριβώς λοιπόν ηθράκα γίνεται κάρβουνα, πουαποθήκεύονται καιμένουν πολλά χρόνια χωρίς νακαταστρέφονται,καιαντουςρίξει κανείς νερό, δενσαπίζουν, 'έτσι καιηοργή. "Αν μείνει πολύ καιρό στηνψυχή γίνεται μνησικακία. Καιτότε, αν δενχύσει κανείς τοαίμα του, δεναπαλλάσσεται άπ' αυτή. Να λοιπόν, σαςείπα τηδιαφορά, καταλάβατε. Ακούσατε τίείναι η πρώτη ταραχή, τίόθυμός, τίηοργή καιτίημνησικακία. Βλέπετε πώςαπό μιακουβέντα φτάνουμε σετόσο μεγάλο κακό; Γιατί αν από τηναρχή κατηγορούσε τονεαυτόν τουκαιυπέμενε τολόγο τουαδελφού τουκαιδενκοίταζε ναπάρει εκδίκηση και, αντί για 'ένα λόγο, ναπειδύο ηπέντε λόγους καιν' ανταποδώσει κακό αντί κακού, θαγλύτωνε απ' όλα αυτά τακακά. Γι’ αυτό πάντοτε σαςλέω: "Όσο ακόμα είναι στηναρχή ταπάθη, κόψτε τα, πριν δυναμώσουν εναντίον σαςκαισαςταλαιπωρήσουν. Γιατί είναι άλλο πράγμα ναβγάζεις μικρό χορταράκι καιάλλο ναξεριζώνεις μεγάλο δέντρο.
Δεν παραξενεύομαι για τίποτα άλλο, παρά μόνο για το οτι δεν καταλαβαίνουμε τί ψάλλουμε. Καθημερινά ψάλλουμε και καταριόμαστε έτσι τους εαυτούς μας, χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Δεν έχουμε υποχρέωση να ξέρουμε τί ψάλλουμε; Πάντοτε βέβαια λέμε: «"Αν σ' αυτούς που μού ανταπέδωσαν αντί των ευεργεσιών θλίψεις, έκανα και εγώ το ίδιο, τότε ας πέσω έρημος και αβοήθητος στα χέρια των εχθρών μου» (Ψαλ. 7, 5). Τί σημαίνει όμως να πέσω;Όσο κανείς στέκεται όρθιος έχει τηδύναμη νααμυνθεί κατά τωνέχθρων του, κτυπάει, κτυπιέται, νικάει, νικιέται. Γιατί ακόμα είναι όρθιος. "Ανόμως πέσει, πώςμπορεί νασυνεχίσει τηνπάλη μετονεχθρό, αφού βρίσκεται πεσμένος καταγής; Καικαταριόμαστε τουςεαυτούς μας, όχι μόνο να πέσουμε σταχέρια τωνέχθρων μας, άλλα ναπέσουμε καιαβοηθητοι. Τίσημαίνει ναπέσει κανείς αβοήθητος σταχέρια των εχθρών του; Είπαμε ότι ναπέσει κανείς σημαίνει ότι δενέχει πια τηδύναμη ν' αντισταθεί, σημαίνει ότι βρίσκεται πεσμένος καταγης. Τοδεέρημος καιαβοήθητος σημαίνει, ναμην 'έχει ποτέ τίποτα καλό, πουνατουδώσει τηδύναμη νασηκωθεί. Γιατί εκείνος πουσηκώνεται, μπορεί πάλι ναφροντίσει τονεαυτόν του καιόποια στιγμή χρειαστεί, ναξαναπαλαίψει μετονεχθρό.
Μετά λέμε: «"Ας καταδιώξει τότε ό εχθρός την ψυχή μου και ας με συλλάβει αιχμάλωτο». "Όχι μόνο να μας καταδιώξει, άλλα και να μας συλλάβει, ώστε να είμαστε αιχμάλωτοι σ' αυτόν πάντα, να μας νικάει, και σε καθετί να μας καταβάλλει, αν ανταποδίδουμε το κακό σ' όσους μας εκδικούνται. Και δεν ευχόμαστε μόνον αυτό, αλλά και να ποδοπατήσει τη ζωή μας (Ψαλ. 7, 6). Τί είναι η ζωή μας; Η ζωή μας είναι οι αρετές. Και παρακαλούμε να ποδοπατηθεί η ζωή μας στο χώμα, για να γίνουμε εντελώς χωμάτινοι, έχοντας στραμμένο όλο το λογισμόμας στη γη. «Και τη δόξα μας ας τη θάψει βαθιά στο χώμα». Τι άλλο είναι η δόξα μας, παρά η γνώση που γεννιέται στην ψυχή που τηρεί τις άγιες εντολές; Αυτό λοιπόν λέμε. Δηλαδή να μας δοξάσει, όπως λέει ό Απόστολος (Φιλ 3, 19) μέσα στην αισχύνη μας. Να ποδοπατήσει στο χώμα τη ζωή μας και να κάνει τη ζωή και τη δόξα μας γήινα, ώστε τίποτα να μην λογιαζόμαστε, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Αντίθετα να σκεπτόμαστε πάντα σωματικά, πάντα σαρκικά σαν αυτούς για τους οποίους λέει ό Θεός: «Δεν θα παραμείνει για πολύ το πνεύμα μου σ' αυτούς τους ανθρώπους επειδή φρονούν και ζουν σαρκικά» (Γεν. 6, 3).
Έτσι λοιπόν ψέλνοντας όλα αυτά, καταριόμαστε τους εαυτούς μας, αν αποδίδουμε κακό αντί για κακό. Και όμως όσα κακά αντί κακών αποδίδουμε και δεν μας ενδιαφέρει καθόλου, άλλα αδιαφορούμε. Συμβαίνει δε πολλές φορές ν' αποδίδει κανείς κακό αντί για κακό όχι μόνο με πράξη, άλλα και με λόγο και με τη στάση του. Και παρουσιάζεται εξωτερικά ότι δεν ανταπέδωσε με πράξη το κακό, άλλα βλέπει ότι το ανταπέδωσε με λόγο η, όπως είπα, με τη συμπεριφορά του. Γιατί πολλές φορές κάνει κανείς ένα μορφασμό η μια κίνηση η ρίχνει ένα βλέμμα και ταράσσει τον αδελφό του. Γιατί μπορεί κανείς και μ' ένα βλέμμα και με μια κίνηση να πληγώσει τον αδελφό του. Και είναι και αυτό ανταπόδοση κακό αντί κάκου. "Άλλος προσπαθεί να μην ανταποδώσει το κακό ούτε με πράξη, ούτε με λόγο, ούτε με μορφασμό η με κίνηση. Λυπάται όμως στην ψυχή του για τον αδελφό του και στενοχωριέται μαζί του. Βλέπετε πόση διαφορά καταστάσεων! "Άλλος πάλι δεν τρέφει καμιά λύπη για τον αδελφό του. "Αν όμως ακούσει ότι κάποτε κάποιος τον στενοχώρησε η γόγγυσε εναντίον του η τον έβρισε, ευχαριστιέται που τ' ακούει και βρίσκεται και αυτός στην κατάσταση ν' αποδίδει κακό αντί για κακό μέσα στην καρδιά του. "Άλλος ούτε κακία κρατάει, ούτε χαίρεται όταν ακούει κακολογία γι' αυτόν που τον έθλιψε, άλλα στενοχωριέται βαθιά ανεκείνος λυπηθεί. Δεναισθάνεται όμως ευχάριστα αντουσυμβεί κάτι καλό, άλλα αντονδεινα δοξάζεται ην' αναπαύεται, στενοχωριέται. Καιείναικαιαυτό έναείδοςμνησικακίας, ελαφρότερο, όμωςπραγματικό. Πρέπει δεκαιναχαίρεταικανείςγιατακαλάτουαδελφούτουκαινα κάνειταπάνταγιανατονεξυπηρετήσεικαιμεκαθετίναφροντίζεινατοντιμάεικαινατοναναπαύει.
Στην αρχή του λόγου είπαμε ότι πολλές φορές συμβαίνει να βάλει κάποιος μετάνοια στον αδελφό του και μετά τη μετάνοια να παραμένει ακόμα λυπημένος μαζί του. Τότε λέμε ότι, βάζοντας μετάνοια, την μεν οργή θεράπευσε μ' αυτή τη μετάνοια, εναντίον όμως της μνησικακίας δεν αγωνίστηκε ακόμα. Υπάρχει δε και άλλος που αν συμβεί να στενοχωρηθεί με κάποιον και βάλουν μετάνοια και συγχωρεθούν ειρηνεύει απέναντι του και δεν βαστάει στην καρδιά του καμιά κακή αναμνηση γι' αυτόν. "Αν όμως συμβεί, μετά από μερικές ήμερες, να του πει κάτι που να τον στενοχωρήσει, αρχίζει να ξαναθυμάται και τα πρώτα και ν' αναστατώνεται, όχι μόνο για τα δεύτερα, άλλα και για τα πρώτα. Αυτός μοιάζει με άνθρωπο που έχει πληγή και βάζει έμπλαστρο. Και προσωρινά με το έμπλαστρο την επουλώνει. Είναι όμως ακόμα το μέρος ευαίσθητο και οποιαδήποτε στιγμή του ρίξει κανείς μια πέτρα, πληγώνεται πιο εύκολα άπ' όλο το άλλο σώμα και αρχίζει αμέσως να αιμορραγεί. Έτσι παθαίνει και αυτός. Είχε πληγή και της έβαλε επάνω έμπλαστρο, που είναι η μετάνοια. Και προσωρινά μεν θεράπευσε την πληγή, ακριβώς όπως και ό πρώτος, δηλαδή θεράπευσε την οργή, και άρχισε να φροντίζει και για τη μνησικακία προσπαθώντας να μην κρατήσει καμιά κακή ενθύμηση στην καρδιά του. Αυτό ακριβώς είναι η επούλωση του τραύματος. Δεν το εξαφάνισε όμως μέχρι τώρα εντελώς, άλλα ακόμα έχει το έλλειμμα της μνησικακίας, που είναι η ουλή απ' που εύκολα ξανανοίγει όλο το τραύμα, όταν δεχτεί μικρό κτύπημα. Πρέπει λοιπόν ν' αγωνιστεί, για να εξαφανίσει εντελώς την αυλή, ώστε και να ξαναβγάλει τρίχες το μέρος εκείνο και να μην μείνει καμιά ασχημία, ούτε να γίνεται καθόλου αντιληπτό ότι βρισκόταν σ' εκείνο το μέρος τραύμα.
Πώς όμως μπορεί να το κατορθώσει κανείς αυτό; Με το να προσεύχεται μ' δηλ του την καρδιά γι αυτόν που τον λύπησε και να λέει: «Θεέ μου, βοήθησε τον αδελφό μου και με τις ευχές του και μενα». Και βρίσκεται στη θέση να προσεύχεται για τον αδελφό του — πράγμα που αποτελεί απόδειξη της αγάπης και της συμπάθειας — και να ταπεινώνεται ζητώντας βοήθεια με τις ευχές του. Όπου δε υπάρχει συμπάθεια, αγάπη και ταπείνωση, πώς μπορεί να υπερισχύσει θυμός η μνησικακία η κάποιο άλλο πάθος; Καθώς είπε και ό άββάς Ζωσιμάς: «Και αν ακόμα ξεσηκώσει όλα τα σύνεργα της κακίας του ό διάβολος με όλα τα δαιμόνια του, όλες οι πονηριές του αχρηστεύονται και συντρίβονται από την ταπείνωση, που φέρνει η τήρηση της εντολής του Χρίστου». Λέει δε κάποιος άλλος Γέροντας: «Αυτός που προσεύχεται για τους εχθρούς του, δεν έχει μέσα του μνησικακία».
Κατανοήστε καλά ό,τι ακούτε και κάνετε τα πράξη. Γιατί πραγματικά, αν πρακτικά δεν τα εφαρμόσετε, μετά λόγια δεν μπορείτε αυτά να τα μάθετε. Ποιός άνθρωπος που θέλει να μάθει μια τέχνη, τη μαθαίνει μόνο με τα λόγια; Οπωσδήποτε πρώτα φτιάχνει και χαλάει και ξαναφτιάχνει και ξαναχαλάει και έτσι, κοπιάζοντας λίγο και υπομένοντας, μαθαίνει την τέχνη, με τη βοήθεια του Θεού, που βλέπει την προαίρεση και τον κόπο του και τον δυναμώνει στο έργο. Και εμείς θέλουμε να μάθουμε την μεγαλύτερη άπ' όλες τις τέχνες, χωρίς να καταπιαστούμε με 'έργα; Πώς είναι δυνατόν; "Ας προσέξουμε τους εαυτούς μας, αδελφοί μου, και ας δουλέψουμε με πολλή επιμέλεια, όσο έχουμε ακόμα καιρό. Ό Θεός να δώσει να θυμόμαστε και να φυλάμε εκείνα που ακούμε, για να μην μας επιβαρύνουν την ημέρα της κρίσεως.